Υμάντες, κρόταλα κι ατσάλινα παιδιά στριφογύρισαν πάνω στη σφαίρα, μια σφαίρα από κρύσταλλο κι ήλιους. Ήλιους μικρούς, ήλιους πολλούς που αψηφούν τις σκιές τους. Μια έκανε κρύο, μια φυσούσε, μια δυνάμωνε η βροχή... Φύλλα πέφταν δείχνοντας το δρόμο για την έρημο. Τον δρόμο που απλώνεται ολόισιος και ατελείωτος. Το άπειρο τον φθονεί και τον ζηλεύει η αιωνιότητα. Στην άκρη του ένας υμάντας. Πάνω στον διψασμένο κάκτο του ένα κρόταλο. Το ατσάλινο παιδί βαδίζει στο δρόμο προς τον μεγάλο ήλιο. Δεν φαίνεται η σκιά του. Κρατάει στις χούφτες του σπίθες, ήλιους μικρούς, ήλιους πολλούς, ήλιους που αν τους αφήσει θα πετάξουν μακρυά σαν τις πυγολαμπίδες. Και ενώ βαδίζει ανοίγει τα χέρια του. Ήλιοι πολλοί, ήλιοι μικροί γεμίζουν τον ορίζοντα...
...Και έκανε κρύο ξανά... Ολούθε τριγυρνούσαν μικρά ξωτικά που όλο και κάναν ζημιές. Και μύριζαν τα δάκρυα μιας σκόνης
Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2010
Delete
Δεν είπαν τίποτα
Δεν έλεγαν ποτέ
Δεν μιλούσαν
Ήταν βουβοί
Ούτε κι εσείς δε λέτε
Τίποτα
Ανείπωτα
Σαν λέξεις σβησμένες απ' το χαρτί
Δεν έλεγαν ποτέ
Δεν μιλούσαν
Ήταν βουβοί
Ούτε κι εσείς δε λέτε
Τίποτα
Ανείπωτα
Σαν λέξεις σβησμένες απ' το χαρτί
Λήθη
Λήθη... η Λήθη ήταν μια σάρκα που φορούσε το δικό της φόρεμα, ξήλωνε τις φλέβες κι έραβε πάνω τους λέπια από ψάρια τυφλά, που χορεύαν στο δικό της σκοτάδι.
Αποτύπωμα ΙΙ
Ο πύθωνας
που ήταν το πλήθος
πλησίασε το πέλμα
Πού ήταν το πέρασμα;
Πίσω από πέτρες
Σε περιοχές απέραντες
Πονούσε...
που ήταν το πλήθος
πλησίασε το πέλμα
Πού ήταν το πέρασμα;
Πίσω από πέτρες
Σε περιοχές απέραντες
Πονούσε...
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
...Και έκανε κρύο ξανά...
Ολούθε τριγυρνούσαν μικρά ξωτικά
που όλο και κάναν ζημιές.
Και μύριζαν τα δάκρυα μιας σκόνης
Ολούθε τριγυρνούσαν μικρά ξωτικά
που όλο και κάναν ζημιές.
Και μύριζαν τα δάκρυα μιας σκόνης